Μπιρίτσες

Για πολλούς, όπως άλλωστε και για εμένα, μια δροσερή μπίρα το καλοκαίρι αποτελεί μια μεγάλη απόλαυση. Η τελευταία γουλιά του ποτηριού όμως συνήθως είναι λίγο πικρότερη, λίγο πιο νερουλή και αρκετά πιο ζεστή. Έτσι η πρώτη γουλιά μιας δροσερής δεύτερης μπίρας έρχεται να ξεπλύνει το ξενέρωτο τελείωμα της πρώτης, και πάει λέγοντας.

Εγώ είχα φτάσει με αυτήν την λογική στην πέμπτη μπίρα και τώρα ένιωθα έντονα ότι ήταν η ώρα να πηγαίνω στο μπάνιο. Σηκώθηκα από το τραπέζι νιώθωντας μια ζάλη, με είχαν χτυπήσει σοβαρά οι μπίρες τελικά, και κατευθύνθηκα προς το κτίριο του παραλιακού εστιατορίου που ομολογουμένως φαινόταν λίγο μακριά. Το βλέμμα μου συνάντησε αυτό ενός σερβιτόρου ο οποίος μου υπέδειξε ότι οι τουαλέτες ήταν πάνω. Ανέβηκα τις σκάλες παραπατώντας και διαπίστωσα ότι οδηγούσαν σε ένα φουαγιέ από όπου ξεκινούσαν διάφοροι διάδρομοι. Ευτυχώς για έναν διάδρομο υπήρχε ένα βελάκι που παρέπεμπε προς τουαλέτες οπότε τον ακολούθησα προσβλέποντας με ανυπομονησία στην τελική μου ανακούφιση.

Ωστόσο σε λίγο διαπίστωσα ότι στον διάδρομο αυτόν υπήρχαν διακλαδώσεις άλλων διαδρόμων γεμάτων από πόρτες και φυσικά ταμπελάκι τουαλέτας πουθενά. Πανάθεμα τις μπίρες σκέφτηκα. Δεν μου έμενε και πολύς χρόνος έπρεπε να βρω άμεσα την τουαλέτα, έτρεξα προς μια τυχαία κατεύθυνση έπειτα προς άλλη. Όταν η απελπισία με κατέλαβε άνοιξα την πρώτη πόρτα που βρήκα μπροστά μου. Βρέθηκα σε ένα δωμάτιο, εκεί ένας άνδρας με μια κιθάρα και μια κοπέλα με ένα μικρόφωνο με κοίταζαν ξαφνιασμένοι.

– Τι έγινε ρε φίλε πώς μπουκάρεις έτσι, δεν βλέπεις πως ηχογραφούμε;

– Ω χίλια συγνώμη, ψέλλισα, έψαχνα την τουαλέτα

– Βλέπεις να έχει εδώ ταμπέλα τουαλέτας; Πάμε Σελίν ξανά, πριν το ξεχάσουμε, μα για στάσου, πώς πήγαινε το ριφακι είπαμε; ω θεούλη μου το ξέχασα…


Έκλεισα την πόρτα προσπαθώντας να μην κάνω καθόλου θόρυβο και απομακρύνθηκα. Δεν πτοήθηκα όμως κάποιος θα ήξερε που είναι η τουαλέτα δεν μπορεί. Έτσι βαλθηκα να ανοίγω πόρτες. Σε μια από τις πολλές επόμενες πόρτες υπήρχε ένας βουδιστής μοναχός ο οποίος μου μίλησε για ένα σαλόνι μετά από σκάλες που ανέβαιναν, το οποίο στάθηκα τυχερός να βρω στο τέλος ενός άλλου διαδρόμου και επιτέλους εκεί υπήρχαν τουαλέτες…

Πολύ περίεργο αυτό το εστιατόριο σκέφτηκα από μέσα μου καθώς άδειαζα την κύστη μου, απορώ ποιο διεστραμμένο αρχιτεκτονικό μυαλό σχεδίασε τον χώρο έτσι. Υπολόγιζα άλλωστε να είχε διαρκέσει πάνω από μιάμιση ώρα η όλη περιπέτεια με την τουαλέτα. Έπλυνα τα χέρια μου και το πρόσωπο μου με νερό, είχα συνέλθει αρκετά από την ζάλη. Παρατήρησα ότι οι τουαλέτες είχαν και δεύτερη πόρτα οπότε αποφάσισα να βγω από αυτήν, ίσως να ήταν καλύτερα. Για καλή μου τύχη έβγαζε στο εξωτερικό περιβάλλον…

Μα τι συμβαίνει αναρωτήθηκα άξαφνα. Βρισκόμουν σε μια βεράντα ψηλά από το έδαφος και κάτω μακριά το τραπέζι με τους φίλους μου; Μπα όχι ήταν άλλη ταβέρνα, μα πως μπορεί;… Και η βεράντα έμοιαζε πολύ με… Δεν μπορεί σκέφτηκα, με την κόρνα του πλοίου να επιβεβαιώνει τις υποψίες μου. Μια φωνή ακούστηκε από κάποια μεγάφωνα «το πλοίο είναι έτοιμο για αποβίβαση» σε κάποιο διπλανό νησί…